Δελτία ειδήσεων των οκτώ: “12 μετανάστες, μεταξύ των οποίων 9 παιδιά, πνίγηκαν κατά τη ρυμούλκηση του σκάφους τους από το λιμενικό· ο υπουργός ναυτιλίας αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη”… “Επεισόδια από ταραξίες στην αντιφασιστική συγκέντρωση, αστυνομική επέμβαση με περιορισμένη χρήση χημικών στο μετρό, ειρηνική η πορεία της Χρυσής Αυγής”… “Έρευνα της αντιτρομοκρατικής σε σπίτι γνωστού αντιεξουσιαστή με παρουσία εισαγγελέα, ο υπουργός προστασίας του πολίτη δηλώνει ότι η δημοκρατία θα νικήσει.”
ΦΟΒΟΣ ΚΑΙ ΘΕΑΜΑ
Αυτό είναι το μόνο που το ελληνικό κράτος έχει να προσφέρει απλόχερα στους σαστισμένους υπηκόους του. Ο αποχαυνωμένος τηλεθεατής δεν έχει ανάγκη από ιδιαίτερες εξηγήσεις. Το καθεστώς μόνιμης έκτακτης ανάγκης αποτελεί αυθεντία στην εξήγηση των πράξεων του· πρακτικές αυτονόητα αυταρχικές, που ακολουθούν μόνο ολοκληρωτικά καθεστώτα, αφενός παρουσιάζονται ως ορθές και αναγκαίες και αφετέρου φέρονται να διατηρούν πάντοτε απαραβίαστη τη “νομιμότητα”. Μια νομιμότητα που, ούτως ή άλλως, και ορίζεται και επιβάλλεται από το ίδιο το καθεστώς. Σύμφωνα με τη λογική αυτή οι λιμενικοί προστατεύουν με αυτοθυσία τα σύνορα της πατρίδας, επομένως είναι αδύνατο να έπνιξαν αθώους μετανάστες. Οι ΜΑΤατζήδες διαφυλάσσουν την τήρηση της τάξης, επομένως αποκλείεται να χτύπησαν διαδηλωτές. Η αντιτρομοκρατική μάχεται τους εχθρούς της δημοκρατίας, επομένως οι αλλεπάλληλες χολυγουντιανές εισβολές σε σπίτια υπόπτων είναι απαραίτητες. Εξάλλου, γίνονται και παρουσία εισαγγελέα, οπότε τηρούνται όλες οι θεσμικές εγγυήσεις. Στα σπίτια άλλωστε βρέθηκαν έντυπα αναρχικού περιεχομένου, επομένως όλο και κάποιος λόγος θα υπήρχε για τις έρευνες αυτές…
Και πράγματι λόγοι υπάρχουν, ανεξάρτητα αν το κράτος σχεδιάζει την κατασταλτική του στρατηγική με μεγάλη μαεστρία, προβάλλοντας επικοινωνιακά ό,τι το βολεύει, όπως το βολεύει. Αρχικά οι εισβολές χρησιμοποιούνται ως πρόφαση για την εύρεση του δραπέτη Χ. Ξηρού. Έπειτα οι επικεφαλής του υπουργείου προστασίας του πολίτη αποκαλύπτουν πως “βάζουν σε πίεση το φιλικό και πολιτικά συγγενικό περιβάλλον του”. Καθώς οι μέρες περνούν και η απόδραση αποσύρεται από την επικαιρότητα, επιστρατεύεται η σαθρή και πάγια τακτική των κάθε είδους “ανώνυμων καταγγελιών”. Και κάπως έτσι η αστυνομία εισβάλλει σε περισσότερα από 50 σπίτια αγωνιστών, κατά κύριο λόγο του αναρχικού – αντιεξουσιαστικού χώρου, σπάζοντας πόρτες, αναποδογυρίζοντας και καταστρέφοντας προσωπικά αντικείμενα, τραμπουκίζοντας συγγενείς και γείτονες, προσάγοντας στη ΓΑΔΑ για ώρες όποιον διαμαρτύρεται. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα δεν διστάζει να αλλάξει κλειδαριές καλώντας τους ενοίκους να παραλάβουν τα νέα τους κλειδιά από την αστυνομία.
Εξάλλου σημασία γι’ αυτούς δεν έχουν οι προφάσεις, σημασία έχει να συνεχίζονται οι εισβολές, οι στοχοποιήσεις αγωνιστών, ο επιχειρούμενος διασυρμός τους στη γειτονιά, ο εκφοβισμός και η εγκληματοποίηση ολόκληρων πολιτικών χώρων και ιδεών. Σημασία γι’ αυτούς δεν έχουν τα όποια ευρήματα των ερευνών, που μετά βίας δικαιολογούν διώξεις πλημμεληματικού χαρακτήρα, σημασία έχει να βγει η πολυπόθητη ανακοίνωση ότι πραγματοποιήθηκαν “συλλήψεις για οπλοκατοχή”, παρέα φυσικά με τη ρητή αναφορά σε αντιεξουσιαστικό έντυπο υλικό. Γι’ αυτούς σημασία δεν έχει αν κάθε όριο γελοιότητας έχει ξεπεραστεί ύστερα από την πεντηκοστή ψεύτικη ανώνυμη καταγγελία, σημασία έχει το κράτος να διευρύνει τη σφαίρα κυριαρχίας του από το δημόσιο χώρο μέσα στα σπίτια όσων το αμφισβητούν και δεν υπακούουν στα κελεύσματά του.
Το καθεστώς μόνιμης έκτακτης ανάγκης έχει ανάγκη την κατασκευή μόνιμων εχθρών ώστε να δικαιολογεί τη συνθήκη της μόνιμης εξαίρεσης, και για το λόγο αυτό διευρύνει το περιεχόμενο της έννοιας της εγκληματικότητας. Πλέον όλοι χωρούν σε αυτή, αρκεί να παρεκκλίνουν από το πρότυπο του φιλήσυχου και νομοταγούς πολίτη ή να μπορούν να λειτουργήσουν ως φόβητρο για αυτόν. Οι οροθετικές αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, οι άστεγοι αμαυρώνουν την εικόνα της πόλης, οι τοξικομανείς είναι κίνδυνος για τα παιδιά μας, οι δε μετανάστες είναι όλα τα παραπάνω και ακόμα περισσότερα. Τον πραγματικό όμως εσωτερικό εχθρό αποτελούν τα κοινωνικά κομμάτια που επιλέγουν συνειδητά να αμφισβητήσουν τις κρατικές επιταγές. Αυτός που δεν ακυρώνει εισιτήριο ευθύνεται για την κατάρρευση των συγκοινωνιών, αυτός που δεν πληρώνει λογαριασμούς ευθύνεται για τη συρρίκνωση των δημοσίων εσόδων, αυτός που διαδηλώνει ευθύνεται για την παρακώλυση της ομαλής οικονομικής λειτουργίας του κέντρου της πόλης.
Η προσπάθεια του κράτους να πείσει ότι οι δικοί του αντίπαλοι είναι αυτόματα και αντίπαλοι ολόκληρης της κοινωνίας είναι εμφανής. Η στρατηγική της έντασης κατά του εσωτερικού εχθρού κορυφώνεται. Για το λόγο αυτό το κρατος επιλέγει συγκεκριμένα μαχητικά κομμάτια της κοινωνίας για την πιλοτική εφαρμογή αναβαθμισμένων κατασταλτικών μεθόδων, και ταυτόχρονα προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντική χρήση των μεθόδων αυτών σε όποιον βαφτιστεί κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, όπως πολύ καλά απέδειξαν οι εισβολές της αντιτρομοκρατικής στα σπίτια των αγωνιστών ενάντια στα μεταλλεία χρυσού στις Σκουριές της Χαλκιδικής.
Το καθεστώς μόνιμης έκτακτης ανάγκης δεν διεκδικεί απλώς τη θέση του αποκλειστικού εγγυητή της ασφάλειας των υποτελών του, διεκδικεί τη θέση του αποκλειστικού διαμορφωτή της μίας και μοναδικής αποδεκτής αλήθειας. Ανατροφοδοτώντας με φτηνούς επικοινωνιακούς εντυπωσιασμούς τη σαθρή θεωρία των δύο άκρων με “συμμετρικές” επιθετικές κινήσεις, υιοθετεί ασυγκάλυπτα και εφαρμόζει στην πράξη μία εντελώς ακροδεξιά πολιτική ατζέντα, προωθώντας την υποταγή στον αναδιαρθρωμένο θεσμικό ολοκληρωτισμό. Το νέο μοντέλο διακυβέρνησης είναι αποφασισμένο να σπείρει ρατσισμό και εθνικισμό και να θερίσει φασισμό, αντλώντας τη συναίνεση μιας κοινωνίας που αρχίζει να συνηθίζει και να ανέχεται ναζιστικά πογκρόμ, ποινικοποίηση της ελεύθερης σκέψης, διαρκή αστυνομικό έλεγχο, προληπτικές συλλήψεις, δολοφονίες παιδιών από ένστολα καθίκια που “εκτελούν εντολές”. Μιας κοινωνίας που έχει συνηθίσει να ζει στο φόβο.
Όσο ο ανταγωνισμός και η ιδιώτευση βασιλεύουν στο κοινωνικό σώμα, τόσο θα συνεχίζονται οι εισβολές σε σπίτια ανθρώπων που αντιστέκονται στον ολοκληρωτισμό. Όσο η αλληλεγγύη δεν γίνεται έμπρακτη σχέση και συνειδητή θέση μάχης ανάμεσα στους καταπιεσμένους, τόσο θα ορθώνονται φράχτες, θα χτίζονται στρατόπεδα συγκέντρωσης, θα κατασκευάζονται φυλακές υψίστης ασφαλείας. Όσο ο φόβος δεν δίνει τη θέση του στην οργή, τόσο πιο ασφυκτικός θα συνεχίσει να γίνεται αυτός ο κόσμος. Όσο δεν προσανατολίζουμε τις επιθυμίες και τις πράξεις μας προς μια κοινωνία ισότητας, αλληλεγγύης, ελευθερίας, τόσο το κράτος και τα αφεντικα θα συνεχίζουν να δηλώνουν πως “η δημοκρατία θα νικήσει”.